Έργο Πρόσκλησης: Διάπλους

Φορέας υλοποίησης: ΑΡΣΙΣ – Κοινωνική Οργάνωση Υποστήριξης Νέων

Αποτέλεσμα: Βελτίωση της ποιότητας στέγασης και άλλων υπηρεσιών παρέχονται σε ανοιχτά κέντρα υποδοχής

Ποσοστό επιχορήγησης: 90%

Ποσό χρηματοδότησης έργου: € 1.615.058

Διάρκεια: Ιούνιος 2020 – Ιανουάριος 2022

 

Το πρόγραμμα «Διάπλους» προσέφερε στέγαση σε ασυνόδευτους ανηλίκους και μόνες μητέρες  ή/και θύματα σεξουαλικής ή έμφυλης βίας, στη Βόρεια Ελλάδα. Κατά τη διάρκεια του έργου λειτούργησαν 12 διαμερίσματα SILs (Supported Independent Living) για ασυνόδευτους ανηλίκους ηλικίας 16 ετών και άνω. Τα διαμερίσματα βρίσκονταν κοντά στις ασφαλείς ζώνες και τους καταυλισμούς στα Λαγκαδίκια, τα Διαβατά, την Αγία Ελένη, τη Δράμα και την Καβάλα. Επιπλέον, το έργο προσέφερε θέσεις στο «Σπίτι της Άρσις» στη Θεσσαλονίκη, καθώς και 4 διαμερίσματα για μόνες μητέρες, θύματα σεξουαλικής ή έμφυλης βίας. Το έργο ολοκληρώθηκε τον Φεβρουάριο του 2022. Συνολικά φιλοξενήθηκαν 140 ασυνόδευτοι ανήλικοι και ευάλωτες γυναίκες, αιτούντες άσυλο στην Ελλάδα, από τη Μέση Ανατολή, την Ασία και την Αφρική.

Διαμερίσματα για ευάλωτες γυναίκες αιτούντες άσυλο

Δημιουργήθηκαν 16 θέσεις φιλοξενίας σε τρία διαμερίσματα στο πολεοδομικό συγκρότημα της Θεσσαλονίκης, όπου φιλοξενήθηκαν 20 ευάλωτες γυναίκες αιτούσες άσυλο, εκ των οποίων οι 11 ήταν μονογονεϊκές οικογένειες, και 17 ήταν παιδιά (9 αγόρια και 8 κορίτσια). Οι χώρες προέλευσής τους ήταν το Ιράν, το Ιράκ, η Συρία, το Καμερούν, η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, η Ακτή Ελεφαντοστού, η Αλγερία και η Σομαλία.

«Το σπίτι της Άρσις»

31 ασυνόδευτα παιδιά (11 αγόρια και 19 κορίτσια), ηλικίας από 5 έως 18 ετών, βρήκαν ασφαλή στέγη μέσω 15 θέσεων στο «Σπίτι της ΑΡΣΙΣ». Στα παιδιά προσφέρθηκαν εξατομικευμένες υπηρεσίες και φροντίδα με στόχο τη διασφάλιση του καλύτερου συμφέροντός τους. Οι χώρες προέλευσης των παιδιών είναι το Ιράν, το Ιράκ, η Συρία, το Αφγανιστάν, το Βιετνάμ και χώρες της υποσαχάριας Αφρικής.

Διαμερίσματα SILs (υποστηριζόμενη ανεξάρτητη διαβίωση)

Στο πλαίσιο της εποπτευόμενης διαβίωσης λειτούργησαν συνολικά 12 διαμερίσματα για ασυνόδευτα αγόρια, ηλικίας 16 έως 18 ετών, με 48 θέσεις φιλοξενίας τόσο στη Θεσσαλονίκη, όσο και στην Καβάλα, τη Δράμα και τα Ιωάννινα. Στις θέσεις αυτές φιλοξενήθηκαν 72 ασυνόδευτα ανήλικα αγόρια, τα οποία παραπέμφθηκαν στα διαμερίσματα από τις ασφαλείς ζώνες, οι οποίες λειτουργούσαν από την Άρσις μέχρι τον Νοέμβριο του 2021, καθώς και από δομές φιλοξενίας ασυνόδευτων ανηλίκων. Οι ωφελούμενοι προέρχονται από τη Συρία, το Αφγανιστάν, την Αίγυπτο, την Αλγερία, το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές, το Ιράκ, το Μαρόκο, το Σουδάν και τη Σομαλία. Συνολικά, 19 παιδιά επανενώθηκαν με τους συγγενείς τους σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη, 8 παιδιά εντάχθηκαν στο πρόγραμμα μετεγκατάστασης και ταξίδεψαν στην Ευρώπη, και 15 από αυτά ενηλικιώθηκαν και παραπέμφθηκαν με ασφάλεια σε προγράμματα στέγασης ενηλίκων.

Βασικά επιτεύγματα

  • Όσον αφορά τη συνεργασία, η Άρσις συνεργάστηκε με επτά ανοιχτά κέντρα υποδοχής, το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΕΚΚΑ), το Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης και άλλες κοινωνικές υπηρεσίες, εξασφαλίζοντας την αποτελεσματική παραπομπή ευάλωτων αιτούντων άσυλο σε κατάλληλη στέγαση. Οι ισχυρές συνεργασίες με ΜΚΟ και δημόσιους φορείς βελτίωσαν την πρόσβαση σε πόρους και την αποτελεσματικότητα του προγράμματος.
  • Η αποτελεσματικότητα του συστήματος παραπομπής ήταν κρίσιμη για την επιτυχία του προγράμματος. Οι καθυστερήσεις που προκλήθηκαν από τη μετάβαση του ΕΚΚΑ στην Ειδική Γραμματεία επηρέασαν τις παραπομπές για τα ασυνόδευτα παιδιά πρόσφυγες, τις γυναίκες και τα παιδιά. Ωστόσο, η Άρσις προσαρμόστηκε σε αυτές τις προκλήσεις μέσα από μια σειρά αποτελεσματικών ενεργειών σε επίπεδο επικοινωνίας και συνηγορίας.
  • Για την καταπολέμηση της ξενοφοβίας και την προώθηση της κοινωνικής συνοχής, η Άρσις ενέπλεξε τις τοπικές κοινότητες μέσω της παρουσίας της στις γειτονιές, των εκδηλώσεων και των εκστρατειών ευαισθητοποίησης.
  • Μια βασική καινοτομία ήταν η προσέγγιση μεικτού μοντέλου στέγασης, ενσωματώνοντας τα ασυνόδευτα παιδιά πρόσφυγες με τα παιδιά της περιοχής. Αυτή η στρατηγική προώθησε τη βιωσιμότητα, την πολιτιστική αποδοχή και τη σχολική ένταξη, ενώ παράλληλα απέτρεψε τη γκετοποίηση, αποδεικνύοντας ένα πολλά υποσχόμενο μοντέλο για τη μακροπρόθεσμη ένταξη των προσφύγων.